Πώς «ζουν» 80 έντυπα πανελλαδικής κυκλοφορίας
Ο τομέας της ενημέρωσης στην Ελλάδα, σήμερα, είναι ένας από τους περισσότερο κρατικοδίαιτους και κατά συνέπεια από τους περισσότερο πολιτικά ελεγχόμενους από την εκάστοτε κεντρική εξουσία, που «μοιράζει» το παιχνίδι της κρατικής διαφήμισης κατά το δοκούν και χωρίς ουσιαστικούς και συγκεκριμένους όρους ή προϋποθέσεις.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα: Πρώτη σε κρατική διαφήμιση στην Ελλάδα σήμερα είναι μια κυριακάτικη έκδοση αθηναϊκής εφημερίδας με κυκλοφορία που κυμαίνεται στα 5.000 φύλλα. Για την ακρίβεια, το σύνολο των δημοσίων κονδυλίων που εισέπραξε στο δεκάμηνο φέτος έφτασε στο 1.786.118 ευρώ. Αν προστεθεί και η κρατική διαφήμιση που πήρε το καθημερινό της φύλλο, τότε το συνολικό ποσό που εξασφάλισε από το κράτος ως διαφήμιση, φτάνει στα 2.500.000 ευρώ!
Για να υπάρχει ένα μέτρο σύγκρισης, θα πρέπει να σημειωθεί ότι μεγάλες σε κυκλοφορία κυριακάτικες εφημερίδες, με πωλήσεις πάνω από 150.000 φύλλα, μόλις και μετά βίας φτάνουν στο 1.000.000 ευρώ. Κι ενώ για τις τελευταίες θα μπορούσε κανείς να πει ότι «παίρνουν αυτά που ενδεχομένως να τους αναλογούν», για την πρώτη τι θα μπορούσε να ισχυρισθεί;
Μεγάλη στρέβλωση
Και βεβαίως αυτή δεν αποτελεί το μοναδικό παράδειγμα. Αντιθέτως, ο κανόνας «λέει» ότι η ημερήσια και η κυριακάτικη έκδοση εφημερίδων που δεν πωλούν πάνω από 5.000 φύλλα εισπράττουν από το ελληνικό Δημόσιο πάνω από 1.200.000 ευρώ η κάθε μία, σύμφωνα με τα στοιχεία του φετινού δεκαμήνου. Και βεβαίως το ερώτημα που εύλογα γεννάται είναι: υπάρχει μεγαλύτερη στρέβλωση από αυτή; Για ποια «ελεύθερη αγορά» μιλάμε; Με ποια κριτήρια μοιράσθηκε από τον στενό κι ευρύτερο δημόσιο τομέα, μέσα στο 10μηνο του 2007, το ποσό των 86 εκατ. ευρώ, με τη μορφή καταχωρίσεων, προκηρύξεων, ανακοινώσεων; Εως πότε θα συντηρείται αυτή η κατάσταση στον χώρο των ΜΜΕ; Οταν ερωτώνται σχετικά οι οργανισμοί που «μοιράζουν το χρήμα», δηλώνουν «αδυναμία άμεσης απάντησης», παραπέμπουν «παραπάνω» και ουσιαστικά απάντηση δεν δίνεται ποτέ κι από κανέναν.
Είναι γεγονός: Τα νούμερα του κρατικού χρήματος, με τα οποία συντηρούνται σήμερα εκατοντάδες έντυπα και ηλεκτρονικά Μέσα, είναι απίστευτα και ξεφεύγουν κάθε ελέγχου και λογικής. Η «τελευταία» Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση μπορεί να μοιράζει σε οποιονδήποτε το ποσό των 100 χιλιάδων ευρώ, κάνοντας παιχνίδι σε τοπικό επίπεδο με τα ΜΜΕ, χωρίς να ενδιαφέρεται για κυκλοφορίες, αναγνωσιμότητες κι άλλες τέτοιες «έννοιες». Φανταστείτε τι γίνεται σε «κεντρικό» επίπεδο.
Από τη δεκαετία του ’90
Η κρατική εξουσία σε όλες τις εκφάνσεις της, κινεί τα νήματα. Οικονομικοί οργανισμοί και στενός δημόσιος τομέας –ήδη από τη δεκαετία του ’90, όταν κυρίως άρχισε να «στήνεται» αυτή η ιστορία– είναι εκείνοι που κάνουν τη μεγαλύτερη διαφημιστική δαπάνη στις εφημερίδες. Και κρατούν στη «ζωή» (για την ακρίβεια «καλοζούν») όποιον θέλουν, λειτουργώντας σε βάρος όλων των υπολοίπων.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα: την περίοδο 1993 - 1997 οι δύο αυτές «πηγές» κάλυπταν συνολικά το 21% του συνόλου της διαφημιστικής δαπάνης που γινόταν στις εφημερίδες. Τι «κρύβεται» πίσω από αυτό το ποσοστό (το οποίο είναι μακράν το μεγαλύτερο από κάθε άλλο διαφημιζόμενο); Κυρίως ισολογισμοί κρατικών εταιρειών - οργανισμών και «πληρωμένα» –όπως ονομάζονται στην εκδοτική ορολογία οι καταχωρίσεις– που συντηρούν περιφερειακά έντυπα με κυκλοφορία ακόμα και μερικών εκατοντάδων φύλλων, αλλά εξυπηρετούν όμως πολιτικές σκοπιμότητες. Σήμερα, το ποσοστό αυτό έχει αυξηθεί ακόμα περισσότερο, όπως προκύπτει από τα στοιχεία που φέρνει στη δημοσιότητα η «Κ» κι αφορούν τη διαφημιστική δαπάνη του Δημοσίου κατά το πρώτο δεκάμηνο του 2007.
Ασφυκτικός εναγκαλισμός
Σε αυτό ακριβώς το σημείο βρίσκεται και η εξήγηση του μυστηρίου, που έχει να κάνει με το γεγονός της έκδοσης περισσότερων από 80 τίτλων πρωινών, απογευματινών, κυριακάτικων, εβδομαδιαίων, αθλητικών και οικονομικών εφημερίδων, πανελλαδικής κυκλοφορίας στη χώρα μας. Κι όλα αυτά ενώ γενικότερα «τα διαφημιστικά έσοδα του ημερήσιου Τύπου, που αποτελούν αναμφίβολα μια από τις κυριότερες πηγές εσόδων των εκδοτικών επιχειρήσεων, έχουν αρνητική πορεία την πιο πρόσφατη περίοδο», όπως αναφέρεται στην έρευνα για την «Οικονομική Διάσταση των ΜΜΕ», που πραγματοποιήθηκε υπό την επιμέλεια του Θάνου Σκούρα.
Είναι ενδεικτικό το γεγονός ότι μέσα σε διάστημα τριών μόλις χρόνων (2000, 2001 και 2002) τα διαφημιστικά έσοδα των εφημερίδων υποχώρησαν κατά 50 εκατ. ευρώ (από τα 302 εκατ. έπεσαν στα 253 εκατ.) και η φθίνουσα πορεία συνεχίζεται. Οι μειώσεις των διαφημιστικών κονδυλίων που σημειώθηκαν μετά το 2001 κυμαίνονται από 10% έως 60%. Κι όσο αυτή η πορεία θα συνεχίζεται, τόσο θα γίνεται πιο ασφυκτικός ο εναγκαλισμός από την κρατική διαφήμιση, η οποία παραδόξως δεν μοιράζεται με βάση τις κυκλοφορίες, που θα έπρεπε να αποτελούν το κυριότερο κριτήριο, αλλά με βάση «απροσδιόριστες» πολιτικές ισορροπίες, που συντηρούν ένα σαθρό καθεστώς. «Στην Ελλάδα, οι κρατικές επιχορηγήσεις στον Τύπο δεν καθορίζονται από ένα σαφές νομικό πλαίσιο, συνεπές προς τη φύση των πελατειακών σχέσεων της ελληνικής πολιτικής», επισημαίνει ο Στέλιος Παπαθανασόπουλος, αναπληρωτής καθηγητής του τμήματος Επικοινωνίας και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης στο πανεπιστήμιο Αθηνών. Και συνεχίζει: «Τα δάνεια κι άλλες παροχές, είτε με τη μορφή των χαμηλότοκων δανείων, των επιχορηγήσεων, εμφανών και συγκεκαλυμμένων, και των κρατικών εργασιών, χορηγούνται σε ατομικό επίπεδο, παρά μέσα από μια συλλογική συμφωνία με την κυβέρνηση».
Ετσι εξηγείται το γεγονός ότι έντυπα μικρής κυκλοφορίας κατορθώνουν να εξασφαλίζουν κρατική διαφήμιση υπό πολιτικές συνθήκες «παντός καιρού» και μάλιστα πολύ μεγαλύτερη από αυτή που δίνεται σε ευρείας κυκλοφορίας εφημερίδες. Περισσότερο σαφής είναι ο καθηγητής του LSE κ. Νίκος Μουζέλης, όταν λέει για την περίπτωση της Ελλάδας: «Η κομματική λογική της κυριαρχίας και της επιμεριστικής συναλλαγής δεν περιορίζεται στον πολιτικό χώρο μόνον, αλλά διεισδύει και υποσκάπτει την αυτονομία, τις αξίες και την ιδιαίτερη λογική όλων των θεσμικών χώρων, από τα πανεπιστήμια και τα σπορ ώς την εκκλησία και την κοσμική κουλτούρα». Οι εφημερίδες και γενικότερα τα ΜΜΕ θα ξέφευγαν;
Info
- «Η Οικονομική Διάσταση των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης», εκδ. Παπαζήση - έρευνα υπό την επιστημονική εποπτεία του Θ. Σκούρα.
- Δημήτρη Ψυχογιού «Τι είναι τα Μέσα Επικοινωνίας;», εκδ. Καστανιώτη.
- Στέλιος Παπαθανασόπουλος «Πολιτική και ΜΜΕ - Η περίπτωση της Νότιας Ευρώπης», εκδ. Καστανιώτη.
- Περσεφόνη Ζέρη «Ιδιωτική Ραδιοτηλεόραση - το παράδειγμα των ΗΠΑ», εκδ. Παπαζήση.
- Allan Albarran «Η οικονομία των ΜΜΕ», εκδ. University Studio Press.