Σάββατο 18 Ιουνίου 2011

Ernst Juenger Περί του κινδύνου, μέρος β'

Αυτός ήταν ένας πόλεμος που όχι μόνον έθνη, αλλά και δύο εποχές αντιπαρετέθησαν μεταξύ τους. Ως συνέπεια εδώ στην Γερμανία υπάρχουν τόσο νικητές όσο και ηττημένοι. Οι νικητές είναι αυτοί που σαν τις σαλαμάνδρες πέρασαν από το σχολείο του κινδύνου. Μόνον αυτοί θα μπορούν να τα βγάλουν πέρα σε καιρούς που όχι η ασφάλεια αλλά ο κίνδυνος θα καθορίζει την τάξη της ζωής.

Για αυτόν ακριβώς τον λόγο, ωστόσο, οι στόχοι που πρέπει να εκπληρώσει η τάξη έχουν γίνει πιο κατανοητοί από ποτέ΄ οι στόχοι αυτοί πρέπει να επιτευχθούν εκεί που ο κίνδυνος δεν αποτελεί την εξαίρεση , αλλά είναι διαρκώς παρών. Ως παράδειγμα θα μπορούσε να αναφερθεί η αστυνομία. Έχει μετατρέψει τον εαυτό της από ομάδα δημοσίων υπαλλήλων σε έναν σχηματισμό που ήδη θυμίζει σε μεγάλο βαθμό στρατιωτική μονάδα. Παρομοίως τα ποικίλα μεγάλα κόμματα αναγνωρίζουν την ανάγκη να υιοθετήσουν μέσα εξουσίας που εκφράζουν το γεγονός ότι η μάχη των απόψεων δεν θα κριθεί μόνον από τις ψήφους και τα προγράμματα αλλά, επιπλέον, από τους γεροδεμένους άνδρες που είναι αφοσιωμένοι στο να παρελαύνουν, για να υποστηρίζουν τα προγράμματα αυτά. Τέτοια γεγονότα επ’ ουδενί πρέπει να απομονώνονται και να θεωρούνται ως μία προσωρινή ή μεταβατική αλλαγή στο πολιτικό τοπίο. Ούτε δύναται η κλίση προς τον κίνδυνο να παραβλεφθεί σε διανοητικές προσπάθειες και είναι βέβαιο ότι νέες μορφές του ηφαιστειακού πνεύματος βρίσκονται στα σκαριά. Φαινόμενα όπως η σύγχρονη ατομική θεωρία, η παγετώδης κοσμογονία, η εισαγωγή της έννοιας της μετάλλαξης στην ζωολογία, εντελώς ξέχωρα από το αληθές περιεχόμενός τους, καταδεικνύουν ξεκάθαρα πόσο έντονα αρχίζει το πνεύμα να συμμετέχει σε εκρηκτικά γεγονότα. Η ιστορία των εφευρέσεων εγείρει, επίσης, ξεκάθαρα το ερώτημα εάν ο χώρος της απόλυτης άνεσης ή ο χώρος του απόλυτου κινδύνου αποτελούν τον απώτερο σκοπό της τεχνολογίας. Εντελώς εκτός από την περίπτωση που μετά βίας μία μηχανή, μετά βίας μία επιστήμη που υπήρξαν ποτέ δεν εξετέλεσαν, ευθέως ή εμμέσως, επικίνδυνες λειτουργίες κατά την διάρκεια του πολέμου, εφευρέσεις όπως η αυτοκίνητη μηχανή έχουν καταλήξει ήδη σε περισσότερες απώλειες σε σχέση με οποιονδήποτε πόλεμο, όσο αιματηρός και εάν ήταν.

Κάτι που ειδικότερα χαρακτηρίζει την εποχή στην οποίαν ζούμε, στην οποίαν εισερχόμεθα ολοένα και βαθύτερα ημέρα με την ημέρα, είναι η στενή σχέση που υφίσταται μεταξύ του κινδύνου και της τάξεως. Αυτή μπορεί να περιγραφεί με τον ακόλουθο τρόπο: ο κίνδυνος εμφανίζεται απλώς ως η άλλη πλευρά της τάξεώς μας. Το όλον είναι λίγο ή πολύ ισότιμο με την εικόνα μας για το άτομο, το οποίο είναι τελείως κινούμενο και τελείως σταθερό. Το μυστικό που είναι σφραγισμένο μέσα είναι μία καινούργια και διαφορετική επιστροφή στην φύση΄ είναι το γεγονός ότι είμαστε ταυτόχρονα πολιτισμένοι και βάρβαροι, οτι έχουμε προσεγγίσει το στοιχειώδες χωρίς να έχουμε θυσιάσει την οξύτητα της συνειδήσεώς μας. Ούτως το μονοπάτι, μέσω του οποίου έχει διεισδύσει ο κίνδυνος στην ζωή μας, παρουσιάζεται ως διττό. Έχει εισορμήσει σε εμάς πρώτα απ’ όλα από μία αρένα, στην οποίαν η φύση ακόμα είναι περισσότερο ζωντανή. Πράγματα «σαν αυτά που ήταν δυνατά μόνον στην Νότιο Αμερική» είναι πλέον γνώριμα σε εμάς. Η διάκριση είναι ότι ο κίνδυνος, υπό μία ρομαντική διάσταση, με τον τρόπο του έχει γίνει αληθινός. Δεύτερον, όμως, στέλλουμε τον κίνδυνο πίσω σε ολόκληρη την υφήλιο με νέα μορφή.

Αυτή η νέα μορφή κινδύνου εμφανίζεται στην στενότερη σύνδεση που έχει γίνει ποτέ μεταξύ των στοιχειακών εκδηλώσεων και της συνειδήσεως. Το στοιχειακό είναι αιώνιο: όπως οι λαοί πάντοτε παθιασμένα πάλευαν με πράγματα, ζώα ή με άλλους λαούς, έτσι είναι και σήμερα. Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της εποχής μας, όμως, είναι ακριβώς ότι όλο αυτό αναπτύσσεται στην παρουσία της πλέον οξείας συνειδήσεως. Βρίσκει έκφραση πρωτίστως στην περίπτωση που σε όλες αυτές οι συγκρούσεις ο πιο ισχυρός υπηρέτης της συνειδήσεως, η μηχανή, είναι πάντοτε παρών. Έτσι η αιώνια διαμάχη της ανθρωπότητας με την στοιχειακή φύση της θάλασσας παρουσιάζεται με την παροδική μορφή μίας εξαιρετικά περίπλοκης μηχανικής επινοήσεως. Ούτως παρουσιάζεται η μάχη ως μία διαδικασία κατά την διάρκεια της οποίας η θωρακισμένη μηχανή μετακινεί τους μαχητές μέσα από την θάλασσα, πάνω από την γή ή στον αέρα. Έτσι και το ίδιο το καθημερινό ατύχημα, με το οποίο οι εφημερίδες , εμφανίζεται σχεδόν αποκλειστικά ως μία τεχνολογικού τύπου καταστροφή.

Πέραν τούτου το αξιοθαύμαστο του κόσμου μας , που είναι ταυτόχρονα νηφάλιος και επικίνδυνος, είναι η καταγραφή της στιγμής κατά την οποίαν ο κίνδυνος αποκαλύπτεται –μία καταγραφή που επιτυγχάνεται, επιπλέον, όποτε δεν συλλαμβάνει την ανθρώπινη συνείδηση αμέσως με μηχανικά μέσα. Δεν χρειάζεται κάποιος προφητικές ικανότητες, για να προβλέψει ότι σύντομα κάθε δεδομένο γεγονός θα βρίσκεται για να το δούμε ή να το ακούσουμε σε οποιοδήποτε μέρος. Ήδη σήμερα μετά δυσκολίας υπάρχει γεγονός ανθρώπινης σημασίας, προς το οποίο το τεχνητό μάτι του πολιτισμού, ο φωτογραφικός φακός να μην κατευθύνεται. Συχνά το αποτέλεσμα είναι εικόνες δαιμονικής ακρίβειας, μέσω των οποίων η νέα σχέση της ανθρωπότητας με τον κίνδυνο γίνεται ορατή κατά τρόπον εξαιρετικό. Οφείλει να αναγνωρίσει κανείς ότι εδώ είναι θέμα λιγότερο της ιδιαιτερότητας των καινούργιων εργαλείων σε σύγκριση με την νέα τεχνοτροπία που χρησιμοποιούνται τα τεχνολογικά εργαλεία. Η αλλαγή αυτή φωτίζεται με την έρευνα της αλλαγής των εργαλείων, τα οποία βρίσκονται εδώ και πολύ καιρό στην διάθεσή μας, όπως η γλώσσα. Μολονότι η εποχή μας παράγει λιγότερα στον τομέα της λογοτεχνίας υπό την παλαιά έννοια, Πολλά σημαντικά επιτυγχάνονται μέσω των αντικειμενικών αναφορών της εμπειρίας. Η εποχή μας υποκινείται από την ανθρώπινη ανάγκη-η οποία εξηγεί μεταξύ άλλων την επιτυχία της πολεμικής λογοτεχνίας. Ήδη κατέχουμε ένα καινούργιο είδος γλώσσας, που βαθμιαία διαφαίνεται κάτω από την γλώσσα της αστικής εποχής. Το ίδιο ισχύει και για την τεχνοτροπία μας συνολικώς΄ αποτελεί κατάλοιπο της νοοτροπίας, σύμφωνα με την οποία το αυτοκίνητο κατασκευαζόταν για μεγάλο χρονικό διάστημα σαν ιππήλατη άμαξα ή μία εξ ολοκλήρου διαφορετική κοινωνία έχει εδώ και καιρό εγκαθιδρυθεί υπό την επιφάνεια της αστικής κοινωνίας. Όπως και στην διάρκεια του πληθωρισμού, συνεχίζουμε για κάποιο διάστημα να ξοδεύουμε τα συνήθη νομίσματα, δίχως να νοιώθουμε ότι η ισοτιμία δεν είναι πλέον η ίδια.

Κατά αυτήν την έννοια μπορούμε να πούμε ότι έχουμε ήδη καταδυθεί σε καινούργια, πιο επικίνδυνα βασίλεια, χωρίς να έχουμε συνείδηση αυτών.



Δευτέρα 13 Ιουνίου 2011

Ernst Juenger Περί του κινδύνου

Το κείμενο που ακολουθεί με τίτλο στα γερμανικά Über die Gefahr αποτελεί μέρος του βιβλίου Der gefährliche Augenblick. Eine Sammlung von Bildern und Berichten  (Η επικίνδυνη ματιά- Μία συλλογή εικόνων και αφηγήσεων), που εξεδόθη το 1931.

Μεταξύ των σημείων της εποχής που εισήλθαμε συγκαταλέγεται η αυξανόμενη παρείσδυση του κινδύνου στην καθημερινότητα. Δεν υπάρχει κάτι τυχαίο πίσω από αυτήν την συμπεριφορά, αλλά μία πολυσήμαντη αλλαγή στον εσωτερικό και τον εξωτερικό κόσμο.
Το παρατηρούμε αυτό ιδιαιτέρως, όταν ενθυμούμεθα πόση σημασία απεδίδετο στο θέμα της ασφάλειας στην εποχή των αστών που μόλις πέρασε. Ο αστός είναι ίσως αυτός που χαρακτηρίζεται περισσότερο για το ότι τοποθετεί την ασφάλεια μεταξύ των υψηλοτέρων αξιών και διάγει τον βίο του σύμφωνα με αυτές. Οι συμφωνίες του και τα συστήματά του είναι αφιερωμένα στην περιφρούρηση του χώρου του έναντι του κινδύνου, ο οποίος περιστασιακά, όταν μόλις και μετά βίας ένα σύννεφο φαίνεται να σκοτεινιάζει τον ουρανό , έχει διατηρηθεί σε απόσταση. Ωστόσο, πάντοτε υπάρχει: αναζητά με στοιχειώδη αφοσίωση να ρίξει τους φραγμούς με τους οποίους τον έχει περικυκλώσει η τάξη.
Η ιδιαιτερότητα της σχέσεως του αστού με τον κίνδυνο έγκειται στην αντίληψή του περί αυτού ως μία μη αναλύσιμη αντίθεση στην τάξη, δηλαδή ως παράλογη. Σε αυτό διαχωρίζει τον εαυτό του από άλλες μορφές, όπως παραδείγματος χάριν τον πολεμιστή, τον καλλιτέχνη και τον εγκληματία, στους οποίους αποδίδεται μία ανώτερη ή αξιοκαταφρόνητη σχέση με το στοιχειώδες. Έτσι η μάχη στα μάτια του πολεμιστού αποτελεί μία διαδικασία που ολοκληρώνεται με μία υψηλή τάξη. Η τραγική σύγκρουση για τον συγγραφέα είναι μία συνθήκη, στην οποίαν η βαθύτερη ουσία της ζωής μπορεί να γίνει αντιληπτή ξεκάθαρα. Και ο εμπρησμός μίας πόλεως ή η καταπόνηση μέσω μίας εξεγέρσεως αποτελούν πεδίο μίας έντονης δραστηριότητας για τον εγκληματία. Με την σειρά τους οι αξίες του αστού λίγη εγκυρότητα έχουν για τον θρήσκο, διότι οι θεοί εμφανίζονται στα στοιχεία, όπως στην καιόμενη βάτο. Μέσω της κακοτυχίας και του κινδύνου ο θνητός εξυψούται στην ανώτερη σφαίρα μιάς υψηλότερης ιεραρχίας.
Η ανώτερη δύναμη διά της οποίας ο αστός βλέπει εγγυημένη την ασφάλεια είναι η λογική. Όσο πλησιέστερα ευρίσκεται στο κέντρο της λογικής, τόσο οι σκιές στις οποίες ο κίνδυνος κρύβεται διασκορπίζονται, και η ιδανική κατάσταση που αποτελεί το καθήκον της προόδου να επιτύχει, αποτελείται από τον κόσμο της κυριαρχίας της λογικής, μέσω της οποίας οι πηγές του επικίνδυνου δεν πρόκειται απλώς να ελαχιστοποιηθούν , αλλά τελικώς να στερέψουν όλες μαζί. Το επικίνδυνο αποκαλύπτεται στο φώς της λογικής να είναι παράλογο και να εγκαταλείπει την διεκδίκησή του επί της πραγματικότητας. Στον κόσμο αυτόν που όλα εξαρτώνται από την αντίληψη του επικίνδυνου ως παράλογου, εκείνη ακριβώς την στιγμή υπερπηδάται και εμφανίζεται στον καθρέπτη της λογικής ως ένα λάθος.
Αυτό μπορεί να παρουσιασθεί παντού και λεπτομερώς εντός των πνευματικών και πραγματικών συμφωνιών του αστικού κόσμου. Αποκαλύπτεται σε μεγάλο βαθμό στην προσπάθεια να δεί το κράτος, που βασίζεται στην ιεραρχία, όπως η κοινωνία, με την ισότητα ως θεμελιώδη αρχή και το οποίο ιδρύθηκε με μία συμφωνία βασισμένη στην λογική. Αποκαλύπτεται στην κατανοητή εγκαθίδρυση ενός ασφαλιστικού συστήματος, μέσω του οποίου η διακινδύνευση όχι μόνον των ξένων και εγχώριων πολιτικών, αλλά και της ιδιωτικής ζωής δύναται να καταμερισθεί ομοιόμορφα και ούτως να υποταχθεί στην λογική. Αποκαλύπτεται, περαιτέρω, στις πολλές και πολύ περιπλεγμένες προσπάθειες να κατανοήσει την εξέλιξη της ψυχής ως μία σειρά αιτιών και αποτελεσμάτων και έτσι να την μετακινήσει από την απρόβλεπτη σε μία προβλέψιμη συνθήκη, να την συμπεριλάβει, επομένως, εντός μίας σφαίρας, όπου η συνείδηση κυριαρχεί.
Υπ’ αυτήν την έννοια η ασφάλιση της ζωής έναντι της μοίρας , αυτής της μεγάλης μητέρας του κινδύνου, εμφανίζεται ως το πραγματικό πρόβλημα του αστικού κόσμου, το οποίο αντιμετωπίζεται με τις πλέον αντιφατικές οικονομικές ή ανθρωπιστικές λύσεις. Όλες οι μορφοποιήσεις των ερωτήσεων στο παρόν, είτε είναι αισθητικές είτε είναι επιστημονικές ή πολιτικές στην φύση τους, κινούνται στην κατεύθυνση του ισχυρισμού ότι η σύγκρουση μπορεί να αποφευχθεί. Στην περίπτωση που προκύψει η σύγκρουση, καθώς δεν μπορεί να παραβλεφθεί, για παράδειγμα, σε σχέση με την μόνιμη τακτική του πολέμου ή της εγκληματικότητος, τότε όλα εξαρτώνται από την απόδειξη ότι αποτελεί λάθος, του οποίου η επανάληψη δύναται να αποφευχθεί μέσω της παιδείας ή του διαφωτισμού. Τα λάθη αυτά εμφανίζονται για τον μοναδικό λόγο ότι οι παράγοντες της μεγάλης αυτής εξισώσεως-το αποτέλεσμα της οποίας έχει ο πληθυσμός της υφηλίου καθώς γίνεται μία ενιαία, θεμελιωδώς καλή, όπως, επίσης, και θεμελιωδώς λογική και, επομένως, εξίσου θεμελιωδώς ασφαλής ανθρωπότητα-δεν έχουν ακόμα επιτύχει γενική αναγνώριση. Η πίστη στην πειστική δύναμη των απόψεων αυτών αποτελεί μία από τις αιτίες που ο διαφωτισμός τείνει να υπερεκτιμήσει τις δυνάμεις που του δίδονται.
Μία από τις καλύτερες ενστάσεις που έχουν εγερθεί εναντίον της εκτιμήσεως αυτής είναι ότι υπό αυτές τις συνθήκες η ζωή θα ήταν ανυπόφορα βαρετή. Η ένσταση αυτή ουδέποτε υπήρξε καθαρά θεωρητικής φύσεως , αλλά την απηύθυναν στην πράξη αυτοί οι νέοι , οι οποίοι σε μία ομιχλώδη νύχτα, άφησαν το πατρικό τους σπίτι για να αναζητήσουν τον κίνδυνο στην Αμερική, στην θάλασσα ή στην Γαλλική Λεγεώνα των Ξένων. Αποτελεί ένδειξη της κυριαρχίας των αστικών αξιών το γεγονός ότι ο κίνδυνος τοποθετείται σε απόσταση, «μακριά στην Τουρκία», στις χώρες που παράγεται το πιπέρι ή οπουδήποτε αρέσκεται ο αστός να ελεεινολογεί οποιονδήποτε δεν συμμορφώνεται με τα πρότυπά του.
Δεν θα είναι ποτέ δυνατόν, ωστόσο, να εξαφανισθούν εντελώς οι αξίες αυτές, όχι μόνον επειδή είναι πάντοτε παρούσες, μα πάνω απ’ όλα επειδή η ανθρώπινη καρδιά δεν χρειάζεται μόνον την ασφάλεια, αλλά και τον κίνδυνο. Και όμως η επιθυμία αυτή είναι ικανή να αποκαλύπτει τον εαυτό της στην αστική κοινωνία μόνον ως διαμαρτυρία, και πράγματι εμφανίζεται με την μορφή της ρομαντικής διαμαρτυρίας. Ο αστός έχει σχεδόν επιτύχει να πείσει την ριψοκίνδυνη καρδιά ότι ο κίνδυνος δεν είναι καθόλου παρόν. Ούτως οι μορφές που μόλις και μπορούν να ομιλούν την δική τους ανώτερη γλώσσα, είτε αυτή του ποιητού, που συγκρίνει τον εαυτό του με το άλμπατρος, τα δυνατά φτερά του οποίου δεν είναι τίποτα άλλο από αντικείμενο μίας ανιαρής περιέργειας σε ένα ξένο και απάνεμο περιβάλλον, ή αυτή του γεννημένου πολεμιστού, που εμφανίζεται να μην κάνει ποτέ τίποτα σωστά, διότι η ζωή του καταστηματάρχη τον αηδιάζει. Αναρίθμητα παραδείγματα θα μπορούσαν να δείξουν πως σε μία περίοδο μεγάλης ασφάλειας κάθε επωφελής ύπαρξη θα αναχωρήσει για τις αποστάσεις που συμβολίζονται από ξένες χώρες, μέθη ή θάνατο.
Υπ’ αυτήν την έννοια ο παγκόσμιος πόλεμος εμφανίζεται σαν η μεγάλη, κόκκινη γραμμή κάτω από την αστική περίοδο, το πνεύμα της οποίας εξήγησε-θεώρησε, δηλαδή, τον εαυτό της ικανό να ακυρώσει-τον πανηγυρισμό του εθελοντού που υπεδέχθη τον πόλεμο, αποδίδοντάς του είτε το λάθος του πατριωτισμού είτε μία ύποπτη επιθυμία για περιπέτεια. Ωστόσο, ο πανηγυρισμός αυτός υπήρξε κατά βάσιν μία επαναστατική διαμαρτυρία κατά των αξιών του αστικού κόσμου΄ ήταν μία αναγνώριση της μοίρας ως η έκφραση της ανωτάτης δυνάμεως. Στον πανηγυρισμό αυτόν ολοκληρώθηκε μία επαναξιολόγηση όλων των αξιών, την οποίαν είχαν προφητεύσει όλα τα εξυψωμένα πνεύματα: ακύρωσε την περίοδο που αναζήτησε να υποτάξει την μοίρα στην λογική, ακολούθησε μία άλλη που αντιμετώπισε την λογική ως υπηρέτρια της μοίρας. Από την στιγμή αυτήν και έπειτα ο κίνδυνος δεν αποτελούσε τον σκοπό μίας ρομαντικής αντιθέσεως΄ υπήρξε περισσότερο μία πραγματικότητα και το καθήκον του αστού ήταν για ακόμα μία φορά να αποσυρθεί από την πραγματικότητα και να αποδράσει στην ουτοπία της ασφάλειας. Από την στιγμή αυτήν και έπειτα οι λέξεις ειρήνη και τάξη έγιναν η επωδός, στην οποίαν το πιο αδύναμο φρόνημα προσέφευγε.